Συνομιλώντας με τον Γαβριήλ Σακελλαρίδη

Συνομιλώντας με τον Γαβριήλ Σακελλαρίδη

 

Συνέντευξη στο περιοδικό «Τaλκ»

 

 

Μεγαλώσατε σε έναν από τους πιο ιστορικούς δήμους της Αθήνας. Είναι η Νέα Σμύρνη η γειτονιά που θα θέλατε να μεγαλώσουν τα παιδιά σας; 

Ζω εδώ και αρκετά χρόνια στο κέντρο της Αθήνας από επιλογή. Και νομίζω ότι μπορούμε να διαμορφώσουμε τους όρους για να μεγαλώνουν τα παιδιά με ποιότητα ζωής και στο κέντρο.

Το Τaλκ είναι ένα έντυπο που συντροφεύει τους γονείς στις βόλτες με τα παιδιά τους στην πόλη. Αυτές οι βόλτες όμως γίνονται πλέον μετ’ εμποδίων. Σπασμένα πεζοδρόμια, ελάχιστοι και παραμελημένοι χώροι παιχνιδιού, κλειστοί δρόμοι αλλά και αυξημένη εγκληματικότητα. Με ποιους τρόπους σκοπεύετε να φέρετε την οικογένεια ξανά στο κέντρο; 

Η δική μας πρόθεση είναι να πάρουμε πρωτοβουλίες, ώστε το κέντρο της Αθήνας να επανακατοικηθεί και να ζωντανέψει. Υπάρχουν πάρα πολλά κλειστά σπίτια και πάρα πολλά νέα ζευγάρια που αναζητούν φτηνή κατοικία. Ο δήμος μπορεί να προωθήσει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα που θα συνδέσει την προσφορά και τη ζήτηση, αλλά πρώτα και κύρια πρέπει να στηρίξει τις περιοχές αυτές. Γιατί για να ζήσει ένα νέο ζευγάρι με μικρό παιδί στο κέντρο, πρέπει να υπάρχει δημόσιος χώρος καθαρός και φωτισμένος, παιδική χαρά, παιδικός σταθμός. Και αυτά αποτελούν την κύρια ευθύνη του δήμου, ώστε να γίνει το κέντρο ελκυστικό, ασφαλές και ζωντανό. Υπάρχει μεγάλη ευθύνη του δήμου για την κατάσταση που επικρατεί στο δημόσιο χώρο. Για να κυκλοφορήσει το καροτσάκι με το μωρό, χρειάζεται να μπει τάξη στην πόλη, να απελευθερωθούν τα πεζοδρόμια από τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα και τα τραπεζοκαθίσματα, δουλειά που οι δημοτικές αρχές συνηθίζουν να παραμελούν, γιατί δεν προσφέρει αίγλη στο λαμπερό πολιτικό προφίλ του δημάρχου. Χρειάζεται επίσης αστυνόμευση σε νέες βάσεις: επαγγελματική και φιλική προς τους πολίτες, με ορθή κατανομή εκεί που υπάρχουν ανάγκες.

Η κρίση έχει επιφέρει αλλαγές και στους χώρους που τα παιδιά μας περνούν σημαντικό χρόνο της ζωής τους, τους βρεφονηπιακούς σταθμούς. Το αποτέλεσμα: πολύ περισσότερα παιδιά από όσα μια τάξη μπορεί να αντέξει, μικρότερες μερίδες φαγητού, ανύπαρκτο εκπαιδευτικό υλικό. Είναι στα άμεσα σχέδιά σας η ενίσχυση του δικτύου παιδικών σταθμών;

Θα προσέθετα επίσης και το γεγονός ότι η έλλειψη προσωπικού υποχρεώνει τους παιδικούς σταθμούς να συγχωνεύουν προσχολικές ηλικίες σε μία τάξη, πράγμα που επίσης δεν είναι καλό για τα παιδάκια. Το ίδιο ισχύει και για τις πεντάμηνες συμβάσεις, που εκτός από το άγχος και την ανασφάλεια που δημιουργούν στο προσωπικό, στερούν από τα παιδιά την τόσο πολύτιμη και αναγκαία σύνδεση με τη δασκάλα ή το δάσκαλό τους. Η ποσότητα στις μερίδες φαγητού μειώθηκε, ενώ όλο και περισσότερες οικογένειες δυσκολεύονται να καταβάλλουν τα τροφεία. Και χτυπάει πάρα πολύ άσχημα το γεγονός ότι, αντί ο κ. Καμίνης να αντιμετωπίσει το πρόβλημα, προτείνει την εξόφλησή τους μέσω πιστωτικής κάρτας. Για εμάς, η ενίσχυση της λειτουργίας των παιδικών σταθμών είναι ζήτημα απόλυτης προτεραιότητας. Χρειάζεται μόνιμο προσωπικό, ασφαλή και συντηρημένα κτήρια, πρόσβαση για όλες τις οικογένειες. Και βεβαίως χρειάζονται νέοι και σύγχρονοι παιδικοί σταθμοί. Ο δικός μας σχεδιασμός περιλαμβάνει τη δημιουργία πέντε νέων παιδικών σταθμών στην Αθήνα και ιδιαίτερα στις γειτονιές με τις μεγάλες ανάγκες.

Η ίδια κρίση, όμως, μπορεί να ξυπνήσει δυνάμεις αλληλεγγύης, να δημιουργήσει πόλους ενότητας μεταξύ των κατοίκων μιας πόλης. Σκοπεύετε να αξιοποιήσετε αυτήν τη δυναμική;

Το μόνο θετικό μέσα στην κρίση, αν μπορεί να θεωρηθεί θετικό, είναι τα αντανακλαστικά της κοινωνίας απέναντι στη σκληρή πραγματικότητα που διαμορφώθηκε με το μνημόνιο. Σε κάθε γειτονιά υπάρχουν πλέον πρωτοβουλίες αλληλεγγύης, με κοινωνικές κουζίνες, κοινωνικά ιατρεία και φαρμακεία, διανομή ειδών πρώτης ανάγκης, που προσφέρουν ένα εξαιρετικά αξιόλογο έργο. Για εμάς, η συνεργασία του δήμου με τις δομές αλληλεγγύης είναι απαραίτητη, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα μεγάλο δίκτυο αλληλεγγύης στην πόλη. Και είναι απαράδεκτο να μην έχει γίνει μέχρι σήμερα μια συνάντηση του δημάρχου με αυτές τις δομές, να μην έχουν στηριχτεί πρωτοβουλίες όπως οι αγορές χωρίς μεσάζοντες, και να περιορίζεται το κοινωνικό έργο του δήμου στις ιδιωτικές χορηγίες φιλανθρωπίας. Παράλληλα, υπάρχει τεράστια ανάγκη να αναδιοργανωθούν οι κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου, ιδιαίτερα τα κοινωνικά ιατρεία που σήμερα υπολειτουργούν, την ώρα που χιλιάδες άνθρωποι είναι ανασφάλιστοι και δεν έχουν πρόσβαση σε γιατρούς και φάρμακα. Η οργάνωση της αλληλεγγύης είναι η μεγάλη μάχη της πόλης, μια μάχη για να υπερασπιστούμε την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

Σπουδάσατε στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο, που σημαίνει ότι στο κέντρο της Αθήνας βρίσκονται πολλά από τα φοιτητικά στέκια σας. Πόσο φιλόξενη εξακολουθεί να είναι η πόλη στους φοιτητές; Τι πρέπει να γίνει για να εξακολουθούν να βρίσκουν οι νέοι πεδία καλλιτεχνικής και πολιτικής έκφρασης στο «δικό τους» κέντρο; 

Η πόλη, παρά την κρίση και την εγκατάλειψη, είναι όμορφη και φιλόξενη από τη φύση της. Έχει ωραίο καιρό, μπορείς να καθίσεις έξω οκτώ μήνες τον χρόνο και υπάρχουν όμορφα μέρη να πας. Η νεολαία εξακολουθεί να κυκλοφορεί στο κέντρο, φτιάχνει «φυλές» και στέκια. Υπάρχουν άδεια ξενοδοχεία στο κέντρο της Αθήνας που μπορούν να μετατραπούν σε φοιτητικές εστίες. Ο δήμος θα μπορούσε να δώσει κίνητρα για ένα δίκτυο φτηνών καταλυμάτων στο κέντρο. Παρά την κρίση, ή ίσως και λόγω της κρίσης, έχουμε μια πραγματική πολιτιστική έκρηξη στην πόλη. Αυτή θέλουμε να στηρίξει ο δήμος. Τα μικρά θέατρα, τις μικρές παραστάσεις, τις μικρές σκηνές, που έρχονται στο προσκήνιο και δίνουν μια νέα ταυτότητα. Για εμάς, στόχος είναι να απελευθερωθεί το τεράστιο πολιτιστικό και καλλιτεχνικό δυναμικό της Αθήνας, να βγει στις γειτονιές και στους ελεύθερους χώρους, σε ένα δίκτυο πολιτιστικής δράσης που θα σπάει το στενό κέλυφος της «εμπορικότητας», θα ζωντανέψει την πόλη, θα της δώσει ταυτότητα και θα προσελκύσει επισκέπτες.

Στο προηγούμενο τεύχος του Τaλκ είχαμε μιλήσει για τα «σχολεία των χρωμάτων», τα σχολεία πολλών περιοχών της Αθήνας που φιλοξενούν παιδιά από πολλά και διάφορα μέρη της γης. Τα παιδιά μας έχουν μάθει να μεγαλώνουν σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον, δυστυχώς σε αντίθεση με τους γονείς τους. Με ποιους τρόπους σκέφτεστε να διαχειριστείτε την καθημερινότητα των μεταναστών στην πόλη και τη σχέση τους με τους κατοίκους της; 

Χαίρομαι ιδιαίτερα που χαρακτηρίζετε έτσι τα συγκεκριμένα σχολεία. Τα παιδιά δεν κάνουν μεταξύ τους διακρίσεις, αυτό το μαθαίνουν μεγαλώνοντας από τους μεγαλύτερους. Οφείλουμε λοιπόν να δουλέψουμε για να εξαλειφθούν οι διακρίσεις, και ο δήμος πρέπει να πρωτοστατήσει σε αυτό. Να πάρει μέτρα για την καλύτερη ένταξη των μεταναστών, να φροντίσει να είναι οι γειτονιές ασφαλείς και φιλικές για όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους, να συνομιλήσει ανοιχτά με τους κατοίκους για τα τοπικά προβλήματα, να ακούσει και να στηρίξει τις οργανωμένες κοινότητες μεταναστών. Θεωρούμε επίσης ότι τα παιδιά που έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα πρέπει να πάρουν την ελληνική ιθαγένεια, γιατί δεν γίνεται να μεγαλώνουν χωρίς χαρτιά και χωρίς πατρίδα.

Η εικόνα του τουρίστα στα στενά του ιστορικού κέντρου, με τον χάρτη ανά χείρας, έχει αρχίσει να εκλείπει. Και είναι μια εικόνα που όριζε τις αναπαραστάσεις των Αθηναίων για την Αθήνα. Είναι μια εικόνα που θα έκανε τα παιδιά μας περισσότερο υπερήφανα για την πόλη στην οποία μεγαλώνουν. Πώς σκοπεύετε να ενισχύσετε τον τουρισμό στο κέντρο της Αθήνας, ώστε αυτό να μην αποτελεί απλώς σημείο μετάβασης των τουριστών προς τα νησιά; 

Δυστυχώς η Αθήνα έχει μόνο τράνζιτ επισκέπτες κι όχι τουρίστες. Σε αντίθεση με τους αντιπάλους μας που, μιλώντας για τουρισμό, έχουν στο μυαλό τους κυρίως τους μεγαλοεπιχειρηματίες του κλάδου, που απαιτούν εξευτελιστικά μεροκάματα και καταπάτηση του δημόσιου χώρου. Για εμάς τουρισμός στην Αθήνα σημαίνει ιστορία και μνημεία, αλλά και σύγχρονος πολιτισμός. Πολιτιστικοί πόροι αυτής της πόλης είναι τα θέατρα, οι μουσικές σκηνές, τα avant-garde κινήματα νέων καλλιτεχνών, είναι οι διαδρομές στο σύνολο της πόλης, σε όμορφες και καθαρές γειτονιές, είναι οι εναλλακτικές προτάσεις. Όλα αυτά συνθέτουν μια νέα ταυτότητα, που η Αθήνα σήμερα δεν έχει. Την ταυτότητα μιας πόλης φιλικής και ανθρώπινης. Γιατί δεν μπορείς να έχεις δύο επίπεδα ποιότητας ζωής, ένα για τους κατοίκους και ένα για τους επισκέπτες. Για να φέρουμε επισκέπτες, πρέπει πρώτα από όλα η Αθήνα να αρέσει σε εμάς που την κατοικούμε.