Το «ζεύγος πλατειών» Αμερικής και Κολιάτσου της οδού Πατησίων, σημεία αναφοράς για τον βασικό άξονα της πόλης, ορίζουν μια ζώνη κατοικίας που εκτείνεται στη δυτική πλευρά της Πατησίων, απέναντι από τη συνοικία της Κυψέλης, ανάμεσα στις γειτονιές της πλατείας Βικτωρίας, του Αγίου Νικολάου και των Κάτω Πατησίων.

Η Πλατεία Αμερικής, ονομάστηκε έτσι το 1927 προς τιμήν του φιλελληνισμού των ΗΠΑ, ενώ παλιότερα ονομαζόταν πλατεία Ανθεστηρίων ή κατά το λαϊκότερο, πλατεία Αγάμων. Κατά μια εκδοχή, η λαϊκή ονομασία προέκυψε από το ότι η πλατεία ήταν ερημική και αποτελούσε κέντρο ερωτικών συναντήσεων στις αρχές του 20ου αιώνα. Η γειτονιά της πλατείας Αμερικής συνορεύει με την Κυψέλη, την πλατεία Κολιάτσου, την πλατεία Βικτωρίας και τον Άγιο Νικόλαο.

Η συνοικία της πλατείας Αμερικής ήταν μαζί με την γειτονική Κυψέλη, από τις πρώτες περιοχές εντατικής επέκτασης της αστικοποίησης της Αθήνας, ήδη από τον Μεσοπόλεμο (βλ. Κυψέλη). Η Πατησίων σε όλο το μήκος της από το Πολυτεχνείο μέχρι την πλατεία Αμερικής είχε διαμορφώσει από τις αρχές του αιώνα, ένα αστικό μέτωπο με αρχοντικές εκλεκτικιστικές και νεοκλασικές κατοικίες, όπου κατοικούσαν γνωστές αθηναϊκές οικογένειες.

Η Πλατεία Κολιάτσου, είναι η δεύτερη πιο γνωστή πλατεία επί της Πατησίων μετά την πλατεία Αμερικής, κατά τι μικρότερη σε έκταση από την πρώτη. Λιγότερο κεντρική, στα σύνορα με τα Κάτω Πατήσια, αλλά εξίσου μεσοαστική, ήταν το τέρμα της βασικής γραμμής του τρόλεϊ «Κολιάτσου-Παγκράτι» και σημείο συνάντησης για την πόλη και τη γειτονιά. Η ονομασία της είναι φόρος τιμής στην παλιά αθηναϊκή οικογένεια Κολιάτσου, της οποίας πολλά μέλη έδρασαν στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821 και μετέπειτα αναμείχθηκαν στη πολιτική. Η πλατεία Κολιάτσου αργότερα μετονομάσθηκε σε πλατεία Αυστραλίας, σε αντιστοιχία με την «αδελφή» της, πλατεία Αμερικής. Κι ενώ η άλλη μετονομασία, από Αγάμων σε Αμερικής, κυριάρχησε, η ονομασία Κολιάτσου επιβίωσε στον χρόνο υπερνικώντας την μετονομασία της σε Αυστραλίας.

Τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, την εποχή της μεγάλης αίγλης της οδού Πατησίων και της Κυψέλης, το τόξο των δύο πλατειών αποτελούσε υπερτοπικό πόλο για τους Αθηναίους. Στις πλατείες σύχναζαν συγγραφείς και καλλιτέχνες, συγκεντρώνονταν οι κοσμικοί της εποχής και η νεολαία της πόλης ενώ, μαζί με την Φωκίωνος Νέγρη και την πλατεία Βικτωρίας, με προέκταση μέχρι τα αναψυκτήρια και θέατρα του Πεδίου του Άρεως και του Μουσείου ή τα καφενεία και ζαχαροπλαστεία του Αγίου Παντελεήμονα και όλα τα σινεμά, θέατρα, κέντρα διασκέδασης, ταβέρνες, μπαρ, κ.α. της περιοχής, συγκροτούσαν ένα συνεχές αναψυχής και ψυχαγωγίας σε επέκταση του κέντρου της Αθήνας, που έσφυζε από ζωή.

Η πλατεία Αμερικής, μια σχεδιασμένη πλατεία προστατευμένη μέσα σε φυλλωσιές, με σιντριβάνι στο κέντρο της και τραπεζάκια ζαχαροπλαστείων, ήταν ένα ζωντανό κέντρο της γειτονιάς με υπερτοπική εμβέλεια. Μέχρι και το απέναντι πεζοδρόμιο της Πατησίων με το γνωστό ζαχαροπλαστείο «Κανδηλώρου», ήταν κατάμεστο με θαμώνες, όπως και όλοι οι κινηματογράφοι της περιοχής, χειμερινοί και θερινοί, κατά μήκος της Πατησίων. Στην πλατεία Κολιάτσου υπήρχαν επίσης διάσημα στέκια, ζαχαροπλαστεία, καφενεία και σφαιριστήρια. Ορόσημα στην αναψυχή και στον πολιτισμό της νεώτερης μεταπολεμικής περιόδου μέχρι και τη δεκαετία του ’80 υπήρξαν ο κινηματογράφος Studio στην πλατεία Αμερικής, που λειτούργησε πρακτικά ως κινηματογραφικό σχολείο και λέσχη μαζί με λίγους άλλους κινηματογράφους σε επίπεδο πόλης, ο κινηματογράφος Ράδιο Σίτυ και το θέατρο Καλουτά, στην ευρύτερη περιοχή της Κολιάτσου.

Πέρα όμως από την αναψυχή, η ζώνη αυτή συγκέντρωσε ιδεοτυπικά την αθηναϊκή πολυλειτουργικότητα και το μείγμα χρήσεων γενικής κατοικίας που υποστήριξε την καθημερινότητα των κατοίκων επί δεκαετίες. Ιδιαίτερα τα μέτωπα της οδού Πατησίων, φιλοξένησαν ένα ισάξιο του κεντρικού, γραμμικό εμπορικό κυρίως κέντρο, με ποικιλία καταστημάτων και εμπορευμάτων και κατά τόπους γραμμικές πιάτσες όπως αυτή του εμπορίου υποδημάτων, στα ισόγεια καταστήματα των κτιρίων. Στις ίδιες πολυκατοικίες φιλοξενούνται μέχρι και σήμερα εμπόριο, υπηρεσίες και γραφεία, αλλά και κατοικία παρά την αυξανόμενη περιβαλλοντική υποβάθμιση, λόγω των υψηλών καθημερινών κυκλοφοριακών φόρτων. Το τοπικό εμπόριο και οι εξυπηρετήσεις της κατοικίας (σχολεία, πρόνοια, κ.λπ.) αναπτύχθηκαν κυρίως μέσα στον οικιστικό ιστό των συνοικιών αυτών και όχι στα μέτωπα της οδού Πατησίων.

Αν αντιληφθούμε την σφαίρα επιρροής της πλατείας Αμερικής μέχρι την Αγίου Μελετίου προς νότο, και αυτή της Κολιάτσου μέχρι τα Άνω Πατήσια προς βορρά, όλο αυτό το αστικό συνεχές «κάτω» (δηλαδή δυτικά) από την Πατησίων μέχρι την παράλληλη Αχαρνών, συγκροτείται και πυκνώνει οικιστικά παράλληλα με το ομόλογό του της Κυψέλης, ανατολικά της Πατησίων, κυρίως στις δεκαετίες του ’50 και του ’60. Εγγύτερα στην Πατησίων, στα μέτωπα των πλατειών (συμπεριλαμβανόμενης και της ενδιάμεσης πλατείας Καλλιγά ή Καραμανλάκη) αλλά και διάσπαρτα, ο χώρος χαρακτηρίζεται από αστικές πολυκατοικίες έως και πολυτελούς κατασκευής που μαζί με άλλες «λαϊκότερες» φιλοξενούν μια κοινωνική διαστρωμάτωση ανάλογη με αυτή που καταγράφεται και στις περιοχές της Κυψέλης, της Βικτώριας, του Παγκρατίου, κλπ. Μεγάλο τμήμα της εσωτερικής μετανάστευσης των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών «τακτοποιήθηκε» σ’ αυτές τις ζώνες της πόλης, που παραμένουν έως σήμερα από τις πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές της Αθήνας. Διάσπαρτα σώζονται επίσης, αξιόλογα δείγματα εκλεκτικιστικής ή και σύγχρονης μοντέρνας αρχιτεκτονικής που μαρτυρούν τόσο την ιστορικότητα των γειτονιών αυτών, όσο και τις προσδοκίες αστικής ζωής των κατοίκων τους.

Η συνεχιζόμενη ανοικοδόμηση και πύκνωση στις δεκαετίες του ’70 και του ’80, μαζί και ο ανταγωνισμός που δημιουργείται στην πόλη από την ανάδυση νέων κέντρων, που προσελκύουν την αστική τάξη, τη νεολαία, τις χρήσεις αναψυχής κ.λπ., οδηγεί σταδιακά στην υποβάθμιση της ευρύτερης αυτής ζώνης. Το κτηριακό απόθεμα που παλιώνει κατά κανόνα αφρόντιστο, αρχίζει σταδιακά από το ’80 να εγκαταλείπεται από τους μεσοαστούς αρχικούς ιδιοκτήτες του και σταδιακά υποχωρεί σε αξία. Η πτώση των τιμών της κτηματαγοράς λειτουργεί κατά το πρώτο μεταναστευτικό κύμα ελκυστικά για την εγκατάσταση νέων κατοίκων. Συσσωρευτικά, και σε συνδυασμό με τη δυναμική που παρουσιάζουν όλες οι γύρω περιοχές της οδού Πατησίων, τα επόμενα κύματα μεταναστών κατακλύζουν τον αστικό χώρο, με αποτέλεσμα την συγκέντρωση ενός από τα μεγαλύτερα ποσοστά μεταναστευτικού πληθυσμού στην Αθήνα. Η μεγάλη ποικιλία εθνοτήτων είναι χαρακτηριστική και εμφανής στο χώρο, λόγω της ύπαρξης δικτύων εθνοτικού εμπορίου και πολλών ξένων καταστημάτων.

Τα τελευταία χρόνια, λόγω της έξαρσης της ρατσιστικής βίας στην γειτονική περιοχή του Αγ. Παντελεήμονα και της πλατείας Αττικής, που αποτέλεσαν σε πρώτη φάση τον κατεξοχήν υποδοχέα κατοικίας των νέων μεταναστών, παρατηρήθηκε μετακίνηση πληθυσμού προς την πλατεία Αμερικής. Αυτό βέβαια, είχε ως άμεσο επακόλουθο να μεταφερθούν μαζί και τα κρούσματα ρατσιστικής βίας, ως εκφάνσεις κοινωνικών ζητημάτων του χώρου της πόλης, που αντί να αντιμετωπίζονται με σοβαρό τρόπο από την πολιτεία, απλά ωθούνται σε διαφορετικούς χώρους μέσα στην πόλη, παραμένοντας ανέπαφα μέσα σε ένα φαύλο κύκλο που δεν διαρρηγνύεται ποτέ. Ειδικά, οι πιο πρόσφατοι κάτοικοι, εγκαθίστανται υπό άθλιες και επικίνδυνες συνθήκες, συνωστισμένοι σε διαμερίσματα, σε εγκαταλελειμμένα για χρόνια ετοιμόρροπα κτίρια, στους δημόσιους χώρους της γειτονιάς.

Σ’ αυτό το τοπίο εγκατάλειψης, με την πολιτεία και τη δημοτική αρχή πρακτικά απούσες για χρόνια, και φυσικά βάσει συγκεκριμένων αλλά άγνωστων «σχεδίων» που υπαγορεύουν την γεωγραφία και τις μετακινήσεις του οργανωμένου εγκλήματος στην πόλη, η περιοχή πέρασε τα τελευταία χρόνια μεγάλες κοινωνικές δοκιμασίες που συνέβαλαν στην περαιτέρω απαξίωσή της. Διακίνηση ναρκωτικών ουσιών, πιάτσες πορνείας ακόμα και πάνω στα μέτωπα της άλλοτε αστικής Πατησίων, μικροπαραβατικότητα και επιθέσεις ρατσιστικής βίας από αυτόκλητους σωτήρες της περιοχής, που δηλώνουν τη σχέση τους με την φασιστική και νεοναζιστική οργάνωση της Χρυσής Αυγής. Η επαλληλία όλων αυτών των φαινομένων, στο πλαίσιο της γενικευμένης οικονομικής κρίσης, οδήγησε στην  κοινωνική αποσύνθεση και στην γκετοποίηση μιας άλλοτε ακμάζουσας περιοχής κατοικίας. Είναι ωστόσο αδιάκοπες οι προσπάθειες που κάνουν τόσο ομάδες κατοίκων, όσο και εθνοτικές ομάδες για τη δημιουργία γεγονότων πολιτιστικής ανταλλαγής, αλληλεγγύης και συμφιλίωσης.

Για τα γενικότερα ζητήματα και προβλήματα ποιότητας ζωής, δραστηριοποιούνται στην ευρύτερη περιοχή διάφορες επιτροπές κατοίκων. Ένα από τα βασικά προβλήματα είναι ότι οι ελεύθεροι χώροι της περιοχής είναι στοιχειώδεις. Εκτός από την πλατεία Αμερικής και την πλατεία Κολιάτσου, στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν μόνο η πλατεία Καλλιγά (ή Καραμανλάκη), στο ύψος της στάσης Καλλιφρονά και το αυτοδιαχειριζόμενο πάρκο Κύπρου και Πατησίων, «τρόπαιο» του αγώνα των κατοίκων της περιοχής.

Για την ιστορία, ένα σημαντικό κίνημα πόλης δημιουργήθηκε το 2009, όταν οι κάτοικοι αντέδρασαν στα σχέδια του Δήμου Αθηναίων για την μετατροπή του ελεύθερου χώρου επί των οδών Κύπρου και Πατησίων σε χώρο στάθμευσης. Η βίαιη καταστολή της διαμαρτυρίας και η κοπή των υφιστάμενων δέντρων από τα συνεργεία του Δήμου, δεν πτόησαν την αποφασιστικότητα των κατοίκων, που διεκδίκησαν δυναμικά και έμπρακτα τον δημόσιο χώρο της γειτονιάς τους, καταλαμβάνοντας τον, παίρνοντας την πρωτοβουλία να ξαναφυτέψουν δέντρα και αποδίδοντας τον ως ελεύθερο χώρο πρασίνου στη γειτονιά.

Αναφορικά με τις προσπάθειες αναζωογόνησης της πολύπαθης γειτονιάς, αξίζει να σημειωθεί πως πρόσφατα, στο νεοκλασικό κτίριο της δεκαετίας του ’30, στο οποίο έζησε ο κορυφαίος συγγραφέας Μ. Καραγάτσης, δημιουργήθηκε ένας νέος χώρος πολλαπλών πολιτιστικών εκδηλώσεων, η «Αλεξάνδρεια», αλλά και το ότι η ΔΕΗ σκοπεύει να δημιουργήσει μουσείο της ιστορίας της, όπου θα παρουσιάζεται ένα σπάνιο οπτικοακουστικό υλικό καθώς και το αρχείο της εταιρείας, σε ένα διατηρητέο νεοκλασικό κτίριο της πλατείας Αμερικής, αρχιτεκτονικό κομψοτέχνημα των αρχών του 20ου αιώνα.

Επιπλέον, ανακαινίστηκε πολύ πρόσφατα, αλλά παραμένει αναξιοποίητο προς το παρόν, το σπίτι της ηρωίδας της Αντίστασης Λέλας Καραγιάννη, στη συμβολή των οδών Λέλας Καραγιάννη και Σταυροπούλου, που έχει κηρυχθεί διατηρητέο ως αξιόλογο δείγμα κτιρίου της ύστερης εκλεκτικιστικής περιόδου και έχει αγοραστεί από το Δήμο Αθηναίων το 1997.

Τέλος, στην ευρύτερη περιοχή δραστηριοποιούνται ομάδες και πρωτοβουλίες ανάδειξης της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, λειτουργούν ακόμα κάποιες γκαλερί, σινεμά και θέατρα, ενώ συγκροτούνται και νέοι χώροι πολιτιστικής έκφρασης από νέους ανθρώπους ή νέους κατοίκους, που πέρα από την προσωπική τους έκφραση, επιδιώκουν να υποστηρίξουν την πολιτιστική ζωή της περιοχής ως απάντηση στην υποβάθμιση και την απαξίωσή της.