Η πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ που έκρινε αντισυνταγματικά τα “δώρα” υπερδόμησης του ΝΟΚ, είναι στη θετική κατεύθυνση και έρχεται να δικαιώσει τη διεκδίκηση πολιτών και φορέων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης για ανθρώπινες και περιβαλλοντικά φιλικές πόλεις.
Από τη θεσμοθέτησή του το 2012, ήταν σαφές οτι ο ΝΟΚ ήταν ένα εργαλείο για την “αναθέρμανση” της οικοδομικής δραστηριότητας, δυστυχώς όμως σε βάρος του σχεδιασμού των πόλεων και της ποιότητας ζωής. Τα επίμαχα άρθρα που κρίθηκαν αντισυνταγματικά, οδηγούσαν σε αύξηση του Συντελεστή Δόμησης και του ύψους των οικοδομών, με πρόσχημα υποτιθέμενες “πράσινες” παρεμβάσεις με πρακτικά ανύπαρκτο αποτύπωμα.
Ήδη από το 2012, επιστημονικοί φορείς όπως ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων επισήμαναν την απειλή για το δομημένο περιβάλλον. Πλέον, έχουν αναδειχθεί τα μεγάλα προβλήματα, καθώς άρχισαν να ξεφυτρώνουν τεράστιοι οικοδομικοί όγκοι σε πυκνοδομημένες γειτονιές, αλλά και η αντισυνταγματικότητα των διατάξεων, μετά από σειρά αποφάσεων του Ε’ Τμήματος και της Ολομέλειας του ΣτΕ.
Στα θετικά πρέπει να καταγραφεί ότι αρκετοί Δήμοι της χώρας είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο σε αυτήν τη διεκδίκηση, απέναντι στο ΥΠΕΝ και σε μια Αποκεντρωμένη Διοίκηση που συντάχθηκαν στην άλλη πλευρά, προσπαθώντας να ακυρώσουν τις πρωτοβουλίες τους. Η κυβέρνηση υπηρετεί σταθερά μια στρεβλή και παρωχημένη αντίληψη της “ανάπτυξης”: με ευκαιριακή κερδοσκοπία, περιφρόνηση του σχεδιασμού και του ρόλου της αυτοδιοίκησης, εύνοια των “μεγάλων παιχτών” της κατασκευής.
Η Ανοιχτή Πόλη, όπως και το σύνολο σχεδόν του Δημοτικού Συμβουλίου, πλην της παράταξης του κ. Μπακογιάννη, στηρίξαμε τη διεκδίκηση εκ μέρους του Δήμου Αθηναίων, η οποία σήμερα δικαιώνεται. Η ανάγκη των ανθρώπων της Αθήνας είναι οι πόροι και ο σχεδιασμός για το δημόσιο όφελος, είναι για λιγότερο τσιμέντο και περισσότερο πράσινο, και όχι το αντίθετο. Αυτά θα είναι όπως πάντα η προτεραιότητά μας, στα μικρά και τα μεγάλα ζητήματα της πόλης.