Οι θέσεις μας σχετικά με την αναδιοργάνωση των σχολικών επιτροπών και επιτροπών παιδείας σε επίπεδο Δήμου.

Οι θέσεις μας σχετικά με την αναδιοργάνωση των σχολικών επιτροπών και επιτροπών παιδείας σε επίπεδο Δήμου.

Στη διαχείριση των κοινών ζητούμενο είναι η μεγαλύτερη, αντιπροσωπευτική και ενεργός συμμετοχή των πολιτών που διασφαλίζει μεταξύ άλλων και τον ευρύτερο κοινωνικό έλεγχο.

Είναι δε υποχρέωση της Τ.Α. και γενικότερα κάθε φορέα διοίκησης,για την αποτελεσματική λειτουργία των εποπτευόμενων φορέων, να επιμορφώνει και να ενημερώνει πλήρως τα μέλη κάθε φορέα (στην προκειμένη εισήγηση σχολικές επιτροπές και δημοτικές επιτροπές παιδείας) για το αντικείμενο εργασίας τους και το θεσμικό πλαίσιο που το διέπει, ιδιαίτερα δε όταν πρόκειται για αυτόνομα ΝΠΔΔ, στα οποία η ενημέρωση και επιμόρφωση είναι ιδιαίτερα προβληματική.

Η Αντιδήμαρχος κυρία Ηλιοπούλου λαμβάνοντας υπόψη τη συγχώνευση ΝΠΔΔ, όπως προβλέπεται στον Καλλικρατικό νόμο 3852/2006, η οποία προκύπτει γενικότερα κατόπιν συγχωνεύσεων φορέων Τ.Α. σε νέο Δήμο χωρίς να συμβαίνει κάτι παρόμοιο στο Δήμο Αθήνας, έρχεται μετά από 10 χρόνια να σχεδιάσει με τον πλέον αδόκιμο τρόπο παραβλέποντας τις κατευθύνσεις του νομοθέτη στην κείμενη νομοθεσία, όπως παρακάτω :

-Ν. 1894 ΦΕΚ 110/Α/1990, άρθρο 5, στοιχείο 8,

-Ν. 3463 ΦΕΚ 114/Α/2006, άρθρο 243, στοιχείο 2 και 4,

-Ν. 3852 ΦΕΚ 87/Α/2010, άρθρο 103, στοιχείο 2,

-Υ.Α. 8440 ΦΕΚ 318/Β/2011,

τη συγχώνευση 14 σχολικών επιτροπών της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του Δήμου Αθήνας σε 2 (μία ανά εκπαιδευτικό επίπεδο) και των 7 Δημοτικών Επιτροπών Παιδείας σε μία.

Ειδικότερα στο άρθρο 5, στοιχείο 8 του ν. 1894/1990 προβλέπεται ότι οι Σχολικές Επιτροπές (εφεξής Σ.Ε.) καλύπτουν τοπικές ανάγκες και μετέχουν σ’ αυτές υποχρεωτικά οι Δ/ντες των αντίστοιχων σχολείων, από ένας εκπρόσωπος των αντίστοιχων συλλόγων γονέων και εκπρόσωπος των μαθητικών κοινοτήτων για τα σχολεία της Β’ θμιας εκπαίδευσης.

Τα ανωτέρω στο σύνολό τους αναφέρονται ρητά στον Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων Ν. 3463/2006 χωρίς να ανατρέπονται στον Καλλικρατικό Ν. 3852/2010 και στη μετέπειτα Υ.Α. 8440/2011 «Κανονισμός λειτουργίας σχολικών επιτροπών», όπου αναφέρεται τι γίνεται σε περίπτωση συγχώνευσης φορέων Τ.Α. σε ένα νέο Δήμο (σε συνδυασμό με το άρθρο 103 του ν. 3852/2010).

Ο νομοθέτης έχει προβλέψει μεταξύ άλλων και τις διαφορετικές τοπικές ανάγκες σε μεγάλα πολεοδομικά συγκροτήματα, με πληθυσμό άνω των 300.000 κατοίκων (Ν. 3852 ΦΕΚ/2010, άρθρο 103, στοιχείο 2) και δίνει τη δυνατότητα να συσταθούν αντίστοιχες σχολικές επιτροπές για καθεμία δημοτική κοινότητα καθώς προβλήματα μικροεπισκευών, μικροσυντηρήσεων, διαφορετικές ανάγκες εκπαιδευτικών και μαθητικών κοινοτήτων, αλλά και τις επιμέρους τοπικές ανάγκες δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν άμεσα, δημοκρατικά και αποτελεσματικά με συγκεντρωτικό τρόπο.

Με την προτεινόμενη αναδιοργάνωση, η οποία δεν επιφέρει αναδιοργάνωση αλλά συγχώνευση διαμέσου κατάργησης, είναι πρόδηλο ότι επέρχεται ουσιαστική αλλοίωση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου καθώς δεν προβλέπεται η δυνατότητα συμμετοχής των Δ/ντων των Σχολείων, των συλλόγων γονέων και κηδεμόνων καθώς και των εκπροσώπων των μαθητικών κοινοτήτων όπως ρητά ορίζεται στους ν. 1894/1990 και 3852/2010. Αποκλείει με παράτυπο τρόπο ομάδες μαθητών, εκπαιδευτικών και γονέων από τη συμμετοχή στη διαχείριση των αναγκών των αντίστοιχων σχολικών μονάδων.

Πρακτικά δε, με την επιχειρούμενη αιτιολόγηση για την κατ’ επίφαση αναδιοργάνωση και τη λειτουργία μόνο μιας Σ.Ε. ανά εκπαιδευτικό επίπεδο δεν καλύπτεται η γνώση των ζητημάτων ανά κοινότητα και του πλήθους των σχολικών μονάδων καθώς οι ανάγκες ποικίλουν και δεν θα είναι σε θέση η αντίστοιχη Σ.Ε. να ανταποκριθεί στο ελάχιστο ως προς την κάλυψη των αναγκών, θέτοντας σε κίνδυνο την λειτουργία των σχολικών μονάδων.

Ενδεικτικά από τα προβλεπόμενα στην αιτιολογική – εισηγητική έκθεση,

-οι 4 σύμβουλοι Δημοτικών Κοινοτήτων είναι αδύνατο να έχουν ολοκληρωμένη εικόνα για 7 Δημοτικές Κοινότητες

-οι 2 Δ/ντες σχολείων και ο ένας προϊστάμενος νηπιαγωγείο είναι αδύνατο να έχουν γνώση για 283 σχολεία (πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης) αλλά και δεν έχουν κατά νόμο το δικαίωμα να εκπροσωπούν άλλα σχολεία,

-ο ένας εκπρόσωπος της ένωσης γονέων είναι φυσικά αδύνατο να ανταποκριθεί στις ανάγκες των  283 σχολείων και 30.483 μαθητών της πρωτοβάθμιας,

-ο εκπρόσωπος από 15μελές (του μεγαλύτερου Λυκείου) είναι αδύνατο φύση και θέση να γνωρίζει τις διαφοροποιημένες ανάγκες των υπόλοιπων Λυκείων, όταν η ίδια η Δημοτική Αρχή δεν είναι σε θέση, λόγω ανεπαρκούς ή μη συστηματοποιημένης οργάνωσης, να ανταποκριθεί αποτελεσματικά.

Επιπλέον είναι αντιφατικό το γεγονός να προβλέπεται στην αιτιολογική – εισηγητική έκθεση (1.ε) σύνδεση σχολείου – τοπικής κοινότητας και με καινοτόμες δράσεις χωρίς να υποστηρίζονται άμεσα ανά δημοτική κοινότητααπό την αντίστοιχη Σ.Ε. και την Δ.Ε.Π., η οποία θεσμικά έχει τον ουσιαστικό ρόλο στην καλλίτερη οργάνωση και λειτουργία των σχολείων.

Ως προς τη συστηματική διοικητική και οικονομική υποστήριξη, που αναφέρεται στην εισήγηση στο πλαίσιο της αναδιοργάνωσης, δεν εξηγείται γιατί δεν συμβαίνει μέχρι σήμερα διάθεση των αναγκαίων διοικητικών υπαλλήλων για υποστήριξη του έργου των Σ.Ε., γιατί έχουν ανακύψει ζητήματα ελλειμματικής διαχείρισης από τους Προέδρους των Σ.Ε, οι οποίοι επιλέγονται και διορίζονται από τη Δημοτική Αρχή για να διαχειριστούν επαρκώς τα κοινά, δεν εξηγείται με βάσιμο τρόπο πως με τα ίδια μέσα θα αναβαθμιστεί πλήρως η λειτουργία των προτεινόμενων 2 Σ.Ε. και της μίας ΔΕΠ.

Δεδομένου ότι η διαχείριση των χρημάτων μπορεί και επιβάλλεται να είναι σε γνώση όλων,είναι απαραίτητο να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες της πληροφορικής διαμέσου της οποίας με ομογενοποιημένο τρόπο και με εύληπτο / εύχρηστο λειτουργικό πρόγραμμα είναι δυνατό να δημοσιοποιούνται και να αντλούνται όλες οι αναγκαίες πληροφορίες χωρίς καθυστέρηση για να μην έχουμε ούτε αυξημένα ταμειακά υπόλοιπα ούτε υπερβολικές δαπάνες. Η καταχώρηση δε οικονομικών στοιχείων σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο, είναι υποχρέωση του Προέδρου της κάθε Σχολικής Επιτροπής, γεγονός το οποίο απαιτεί επάρκεια και αντίληψη ως προς το έργο που έχει αναλάβει.

Συνοψίζοντας

Συμπερασματικά, προτεινόμενη αναδιοργάνωση – βασικά συγχώνευση – υπεκφεύγει κατά μια έννοια από την αντιμετώπιση της ουσίας, η οποία σχετίζεται με την επαρκή διοικητική οργάνωση και λειτουργία των σχολικών επιτροπών και των δημοτικών επιτροπών παιδείας.

Η προτεινόμενη αναδιοργάνωση – συγχώνευση αποκλείει τους πολίτες από την ενεργό συμμετοχή στα σχολικά – εκπαιδευτικά δρώμενα, αποκλείει την εφαρμογή της αρχής της αντιπροσωπευτικότητας των πολιτών και την δημοκρατική λήψη των αποφάσεων όπως ο νόμος ορίζει.

Περιορίζει τη διαφάνεια και τον έλεγχο από τους Δημότες, στοιχείο που ο νομοθέτης μέχρι σήμερα αναφέρει απαρέγκλιτα σε όλες τις σχετικές με τη λειτουργία των Σ.Ε. θεσμικές παρεμβάσεις.

Δημιουργεί αβασάνιστα ένα υπερσυγκεντρωτικό μοντέλο που δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ανταποκριθεί σε τοπικές διαφοροποιημένες ανάγκες. Κατ’ αναλογία θα μπορούσαμε να πούμε σε σχέση με τη λογική της εισηγητικής έκθεσης ότι η Δημοτική Αρχή θα εξέταζε ενδεχομένως τη συγχώνευση των Δημοτικών Κοινοτήτων από 7 σε 2.

Αδόκιμα υιοθετεί και προτείνει χωρίς καμία αιτιολογική θεσμική βάση τη συγχώνευση των υφιστάμενων σχολικών επιτροπών, επικαλούμενη σε λάθος βάση συγχωνεύσεις σχολικών επιτροπών που προβλέπει το θεσμικό πλαίσιο (Καλλικρατικοί Δήμοι / νέα αρχιτεκτονική στην Τ.Α.), οι οποίες προκύπτουν εξ αντικειμένου μετά από συγχωνεύσεις φορέων τοπικής αυτοδιοίκησης σε νέο Δήμο, ενώ στην περίπτωση του Δήμου Αθήνας δεν ισχύει κάτι παρόμοιο.

Δεν προβλέπονται παρεμβάσεις ουσίας για τη συστηματική οργάνωση και τη βελτίωση διοικητικής λειτουργίας των Σ.Ε. και Δ.Ε.Π.με εκπαίδευση, ενημέρωση των συμμετεχόντων στις Σ.Ε. και χρήση της πληροφορικής για τη διαχείριση των ζητημάτων που άπτονται των αρμοδιοτήτων των σχολικών επιτροπών.

Ειδικότερα δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο ότι υπάρχουν Δήμοι στο Λεκανοπέδιο που αξιοποιούν ένα ολοκληρωμένο διαδικτυακό περιβάλλον, σχεδιασμένο να ανταποκρίνεται στα διαχειριστικά ζητήματα των Σχολικών Επιτροπών και το οποίο παρέχει απόλυτο έλεγχο σε κάθε τομέα της Σχολικής Επιτροπής,γρήγορη διεκπεραίωση χρονοβόρων διαδικασιών, άμεση και αξιόπιστη ενημέρωση για όλα τα δεδομένα.

Δεν διασφαλίζεται στο ελάχιστο η αποτελεσματική εποπτεία 388 συνολικά σχολικών μονάδων από μία Δημοτική Επιτροπή Παιδείας και η συνδρομή της στην καλλίτερη οργάνωση και λειτουργία των σχολείων «της περιοχής της», διαμέσου της προτεινόμενης αναδιοργάνωσης.

Σε καμία περίπτωση δεν διαμορφώνεται και δεν υποστηρίζεται η έννοια του ανοιχτού σχολείου στην κοινωνία διαμέσου του προτεινόμενου υπερσυγκεντρωτικού μοντέλου.

Η αναδιοργάνωση και η βελτίωση λειτουργίας δεν επιτυγχάνεται με οριζόντιες «τυφλές» συγχωνεύσεις – καταργήσεις φορέων.

Μετά από τα παραπάνω,δεν αιτιολογείται συνολικά αφενός σε λειτουργικό επίπεδο η βασιμότητα της πρότασης της Δημοτικής Αρχής για την προτεινόμενη συγχώνευση και αφετέρου παρεκκλίνει καθολικά των κείμενων διατάξεων του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου.

Προτάσεις

Επαρκής ενημέρωση – εκπαίδευση και διοικητική υποστήριξη των σχολικών επιτροπών.

Αξιοποίηση εφαρμογών της πληροφορικής στη διαχείριση.

Ανεμπόδιστη συμμετοχή όσο το δυνατό περισσότερων δημοτών στα κοινά, η οποία δεν επιτυγχάνεται με προσχηματικούς αποκλεισμούς λόγω του ότι η Δημοτική Αρχή έχει επιτρέψει να υπάρχει ελλειμματική διαχείριση στις Σχολικές Επιτροπές.

Ηκαλλίτερη οργάνωση και η λειτουργία του σχολείουπρέπει είναι αποτέλεσμα σχεδιασμού από το σχολικό συμβούλιο, σε συνεργασία με την αντίστοιχη σχολική επιτροπή και τη δημοτική επιτροπή παιδείας.

Τα προγράμματα υποδομών πρέπει να εκπονούνται από τις τεχνικές υπηρεσίες των δήμων, αφού ληφθούν υπόψη οι προτάσεις των σχολικών επιτροπών και οι κατευθύνσεις των Δ.Ε.Π. ανά δημοτική κοινότητα.