Συνέντευξη στο “amen.gr”
Η Αθήνα, η πρωτεύουσα της χώρας είναι μια πόλη σε κρίση και, όπως φαίνεται, νοσεί όχι μόνο σε επίπεδο υποδομών. Υπάρχει τρόπος να ξεπεραστούν οι επιπτώσεις της ανθρωπιστικής κρίσης και να βελτιωθεί το επίπεδο διαβίωσης των κατοίκων;
Η πόλη μας βιώνει τα τελευταία χρόνια μια πρωτοφανή ανθρωπιστική κρίση. Η ανεργία βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ, η φτώχεια και ο αποκλεισμός έχουν αυξηθεί δραματικά, οι υποδομές του κοινωνικού κράτους νοσούν. Για εμάς, η αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης είναι η πρώτη προτεραιότητα στο πρόγραμμά μας, μέσω της ενίσχυσης της κοινωνικής πολιτικής του Δήμου. Γνωρίζουμε φυσικά ότι μόνος του ο Δήμος δεν μπορεί να αναστρέψει τις τραγικές συνέπειες της κρίσης – δεν έχει ούτε την αρμοδιότητα, ούτε επαρκείς πόρους. Χρειάζονται συνολικές αλλαγές πολιτικής, τόσο σε επίπεδο περιφέρειας, όσο και στην κυβέρνηση, για να μπορούμε να μιλάμε για μια ολοκληρωμένη στρατηγική ανάσχεσης της ανθρωπιστικής κρίσης. Πιστεύουμε, όμως, ότι ο ρόλος του μεγαλύτερου Δήμου της χώρας είναι νευραλγικός. Το πρώτο επίπεδο αυτοδιοίκησης, λόγω της εγγύτητάς του με τον κόσμο και τις ανάγκες του, μπορεί να συμβάλλει στο συμμετοχικό σχεδιασμό της κοινωνικής και αναπτυξιακής πολιτικής, αλλά και να διεκδικήσει χρηματοδοτήσεις και πόρους από την κυβέρνηση.
Η κοινωνική και προνοιακή πολιτική –η αλήθεια είναι ότι– πολλές φορές περιορίζεται μόνο στη διανομή τροφίμων και σε μικρές έκτακτες οικονομικές ενισχύσεις. Είναι αυτό αρκετό για να υπερνικήσει τα προβλήματα των πολιτών;
Η κοινωνική πολιτική του Δήμου δεν ανταποκρίθηκε στις ανάγκες και τις προσδοκίες των πολιτών. Ο κ. Καμίνης περιορίστηκε σε μια φιλανθρωπική πολιτική μέσω χορηγιών, η οποία τελικά αφορούσε πολύ μικρό ποσοστό των Αθηναίων που αντιμετώπιζαν προβλήματα, αδιαφορώντας ουσιαστικά για βασικές ανάγκες, όπως η στέγη. Εμείς έχουμε μια τελείως διαφορετική οπτική για την κοινωνική πολιτική. Στόχος μας είναι να αξιοποιήσουμε κάθε διαθέσιμο πόρο και να κινητοποιήσουμε τις ενεργές δυνάμεις της κοινωνίας, σε μια συστράτευση για να αντιμετωπίσουμε τα δεινά της κρίσης με όρους αλληλεγγύης και αξιοπρέπειας.
Συναντηθήκατε με τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Ιερώνυμο και ενημερωθήκατε για το πολύπλευρο κοινωνικό έργο της Αρχιεπισκοπής. Η Εκκλησία πρέπει να έχει ρόλο και λόγο στην κοινωνική πολιτική;
Ζητήσαμε συνάντηση με τον Μακαριότατο, για να πληροφορηθούμε για το κοινωνικό έργο της Εκκλησίας και να συζητήσουμε τρόπους συνεργασίας και συντονισμού μεταξύ των υπηρεσιών του Δήμου και των κοινωνικών δράσεων της Εκκλησίας. Μας ικανοποίησε ιδιαίτερα η πολυμορφία των παρεμβάσεων της Εκκλησίας και το γεγονός ότι οι δράσεις της απευθύνθηκαν σε όλες τις ευάλωτες ομάδες, χωρίς αποκλεισμούς.
Στη δική μας αντίληψη, η εκπόνηση και υλοποίηση της κοινωνικής πολιτικής –ειδικά σε τοπικό επίπεδο – πρέπει να συμπεριλαμβάνει όλους τους φορείς που συμβάλλουν στο πεδίο, αλλά και την κοινωνία και τους λήπτες των υπηρεσιών. Η ισότιμη συνεργασία των φορέων, ενταγμένη σε ένα μακροχρόνιο δημόσιο σχεδιασμό, που στόχο θα έχει να συσσωρεύει γνώση και εμπειρία στην αυτοδιοίκηση και την κοινωνία, είναι όρος για μια κοινωνική πολιτική αντίστοιχη με τις σημερινές ανάγκες.
Η Εκκλησία, η οποία έχει βαθιά εμπειρία στην κοινωνική αλληλεγγύη, μπορεί να συμβάλλει ιδιαίτερα με τις προτάσεις και τις δράσεις που αναλαμβάνει και μπορεί να επεκτείνει.
Πως μπορείτε να αξιοποιήσετε την εμπειρία της Εκκλησίας και τις υποδομές που έχει αναπτύξει για την ανακούφιση των οικονομικά αδύναμων, των άνεργων, των μεταναστών αλλά και του αυξανόμενου αριθμού των αστέγων;
Στο σημερινό πλαίσιο που βιώνουμε συνθήκες κοινωνικής καταστροφής αντίστοιχης με καιρούς πολέμου, κάθε υπάρχουσα υποδομή και η τεχνογνωσία όλων των φορέων – ιδιαίτερα της Εκκλησίας – δεν περισσεύει. Πρόθεσή μας είναι να δημιουργήσουμε ένα δίκτυο αλληλοσυμπληρούμενων δράσεων κοινωνικής αλληλεγγύης, με στόχο τη μεγιστοποίηση του αποτελέσματος προς όφελος των μειονεκτούντων κοινωνικών ομάδων. Σε αυτό το πλαίσιο θέλουμε να εντάξουμε και τις υποδομές τις Εκκλησίας, υπό τον συντονισμό της δημοτικής αρχής.
Οι πόλεις δεν είναι μόνο οι δρόμοι, τα κτίρια και οι υποδομές, αλλά πρωτίστως οι άνθρωποι. Συγκεκριμένα στην Αθήνα, αρκετοί κάτοικοί της είναι μετανάστες που κατάγονται από άλλες χώρες. Υπάρχει χώρος στην Αθήνα για αρμονική συμβίωσηανθρώπων με διαφορετικές πολιτισμικές καταβολές και θρησκευτικές πεποιθήσεις;
Δυστυχώς ένα από τα παράγωγα της οικονομικής κρίσης είναι και η αύξηση της μισαλλοδοξίας και του ρατσισμού. Τα τελευταία χρόνια γίναμε όλοι μάρτυρες μιας κατακόρυφης αύξησης των ρατσιστικών εγκλημάτων, αλλά και της μεγάλης διάδοσης της ρητορικής του μίσους, κυρίως από τη μεριά του νεοναζιστικού μορφώματος της Χρυσής Αυγής. Η δικιά μας θέση είναι ότι, σε μια πόλη που σέβεται τα δικαιώματα των πολιτών και που παρέχει ποιότητα ζωής, οι διαφορές στην πολιτισμική ή θρησκευτική ταυτότητα δεν μπορούν να είναι εμπόδιο για τη συνύπαρξη. Για μας είναι σαφές ότι, στην προσπάθειά μας για μια κοινωνία με αλληλεγγύη και ανοχή στη διαφορετικότητα, η Εκκλησία βρίσκεται στο πλάι μας. Οι αξίες του ανθρωπισμού και της αγάπης είναι βασικά στοιχεία της χριστιανικής πίστης και πιστεύουμε ότι η πρωτοβουλία που έχει αναλάβει η Αρχιεπισκοπή για τον διαθρησκευτικό διάλογο και την ειρηνική συνύπαρξη, έχει κοινό με εμάς στόχο.
Τον τελευταίο καιρό, πολύς λόγος γίνεται για την ανέγερση του μουσουλμανικού τεμένους στον Βοτανικό. Ένας επίσημος χώρος προσευχής για τους πιστούς του Ισλάμ έχει θέση στην Αθήνα;
Βέβαια. Στην Αθήνα αυτή τη στιγμή ζουν χιλιάδες μουσουλμάνοι, είτε εσωτερικοί μετανάστες από τη Θράκη, είτε μετανάστες από τις χώρες τις Ασίας, αλλά και επισκέπτες. Με αυτό το δεδομένο, πιστεύουμε ότι η ύπαρξη μουσουλμανικού τεμένους στην Αθήνα είναι θέμα σεβασμού της θρησκευτικής ελευθερίας των συμπολιτών μας. Θεωρούμε ότι είναι απαραίτητο να υπάρχει ένας επίσημος χώρος λατρείας και να μην αναγκάζονται οι πιστοί του Ισλάμ να συνωστίζονται σε παράνομα τζαμιά. Η λύση του Βοτανικού έχει ψηφιστεί από το κοινοβούλιο και μας καλύπτει απόλυτα.
Ακούστηκαν και φωνές που ζήτησαν τοπικό δημοψήφισμα για την έγκριση της κατασκευής του. Ποια είναι η θέση σας;
Τα τοπικά δημοψηφίσματα –που προβλέπονται και στο ισχύον θεσμικό πλαίσιο– δεν μπορούν να αφορούν θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες, όπως αυτές αποτυπώνονται στο Σύνταγμα και τις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας. Έτσι, οι μειονότητες θα καταπιέζονταν και θα αποκλείονταν. Δεν είναι κάτι που θα θέλαμε. Σκεφτείτε τις ελληνικές μειονότητες σε πολλά μέρη της γης, αν οι θρησκευτικές τους ελευθερίες ετίθεντο υπό αίρεση.
Εμείς πιστεύουμε πολύ σε πρακτικές τοπικής δημοκρατίας, όπως τα δημοψηφίσματα, ο συμμετοχικός προϋπολογισμός γειτονιάς και η διαβούλευση με τους φορείς. Αλλά ο κ. Σπηλιωτόπουλος, δυστυχώς, χρησιμοποίησε το δημοψήφισμα για να προσεταιριστεί ορισμένους ακραίους κύκλους…
Η Αθήνα είναι ένας διάσημος τουριστικός προορισμός που διαφημίζει πρωτίστως τις κλασσικές αρχαιότητές της. Σε πολλές γειτονιές της, όμως, βρίσκουμε μικρά μεν αλλά θαυμάσια δείγματα και του βυζαντινού παρελθόντος της. Η ανάπτυξη και ενίσχυση και του θρησκευτικού τουρισμού θα μπορούσε να αποτελέσει απάντηση στο πρόγραμμά σας για την τουριστική ενίσχυση της οικονομίας;
Νομίζω ότι η παρέμβαση του Δήμου στο ζήτημα που θέτετε πρέπει να στηρίζεται σε 3 δράσεις. Από τη μία, το πρόγραμμα της Ανοιχτής Πόλης για τον τουρισμό στηρίζεται στην πολυκεντρικότητα της Αθήνας. Στην προσπάθεια, δηλαδή, αποκέντρωσης της τουριστικής κίνησης από την περιοχή γύρω από την Πλάκα και την Ακρόπολη, και τη διάχυση της και στις γειτονιές της, μέσα από μικρές αναπλάσεις κλπ. Από την άλλη, η αναπτυξιακή εταιρεία του Δήμου μπορεί να δραστηριοποιηθεί, σε συνεργασία φυσικά με τους φορείς της εκκλησίας, ώστε να υπάρξει μια συντονισμένη και ενιαία προβολή του Βυζαντινού πλούτου της Αττικής. Τέλος, νομίζω ότι υπάρχει και σοβαρό θέμα συντήρησης των σχετικών μνημείων. Η αρμοδιότητα, βέβαια, για την συντήρηση ανάλογων μνημείων δεν είναι στο Δήμο, μπορεί όμως να ασκήσει πίεση μέσα από το ειδικό βάρος που έχει.