Η Ανοιχτή Πόλη είχε αντιδράσει από την πρώτη στιγμή, πριν δύο χρόνια, όταν η κυβέρνηση της ΝΔ, με την προσφιλή της μέθοδο της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου, κατάργησε βίαια και χωρίς καμία διαβούλευση το αυτοδιοίκητο του ΚΕΘΕΑ, αντικαθιστώντας την εκλεγμένη και άμισθη διοίκηση με μία διορισμένη. Είχαμε τονίσει τότε ότι η τόσο σημαντική παρουσία του ΚΕΘΕΑ στο χώρο της απεξάρτησης ήταν συνυφασμένη με ένα μοντέλο διοίκησης επικεντρωμένο στη θεραπευτική κοινότητα, στην αυτοδιαχείριση και τις συνελεύσεις της. Στην παρέμβασή μας στο Δημοτικό Συμβούλιο, ο κ. Μπακογιάννης είχε προτιμήσει, αντί να πάρει θέση, να υποσχεθεί μια εφ’ όλης συζήτηση για την ουσιοεξάρτηση, την οποία ακόμα περιμένουμε.
Σήμερα, μέσω του διορισμένου πλέον ΔΣ του Κέντρου, και σε μία περίοδο όπου η πανδημία εντείνει τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι ουσιοεξαρτημένοι συμπολίτες μας, οι καταστροφικές παρεμβάσεις στο ΚΕΘΕΑ συνεχίζονται. Με ένα νεοφιλελεύθερης κοπής σχέδιο 100 σελίδων, προτείνεται η κατάργηση θεραπευτικών προγραμμάτων και η μείωση του αριθμού των θεραπευτικών δομών, μέσα από αντιεπιστημονικές συγχωνεύσεις ανόμοιων προγραμμάτων. Παράλληλα διογκώνονται οι διοικητικές υπηρεσίες και αποδίδονται υπερεξουσίες στην έμμισθη πλέον διορισμένη διοίκηση, ενώ δυσχεραίνεται η πρόσληψη στο Κέντρο πρώην ωφελούμενων, μια πρακτική με ουσιαστικό θεραπευτικό αντίκτυπο.
Η Ανοιχτή Πόλη έχει ψηλά στις προτεραιότητές της το ζήτημα της ουσιοεξάρτησης. Ο Δήμος Αθηναίων μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα μόνο μέσα από μια πολυδιάστατη συνεργασία με την Περιφέρεια και Δήμους της Αττικής, καθώς και με φορείς και συλλογικότητες που αναπτύσσουν δράσεις στο πεδίο της απεξάρτησης. Οι επιλογές της κυβέρνησης βρίσκονται δυστυχώς στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση, με πρώτα θύματα τους ίδιους τους ουσιοεξαρτημένους.
Η Ανοιχτή Πόλη θα στηρίξει τον αγώνα των εργαζομένων στο Κέντρο για τη διαφύλαξη της θεραπευτικής φυσιογνωμίας του και θα επιδιώξει έναν ανοιχτό διάλογο στα πλαίσια του Δημοτικού Συμβουλίου, όπου θα καταθέσει τις προτάσεις της για μια δημιουργική και αντικατασταλτική προσέγγιση της ουσιοεξάρτησης που θα στοχεύει στην επανένταξη και θα ενισχύει, αντί να συρρικνώνει, τις δυνατότητες των θεραπευτικών κοινοτήτων.