Ανοιχτά Σχολεία, παρατηρήσεις για το πιλοτικό πρόγραμμα του Δήμου της Αθήνας

Ανοιχτά Σχολεία, παρατηρήσεις για το πιλοτικό πρόγραμμα του Δήμου της Αθήνας

ΑΝΟΙΧΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Το Ανοιχτό Σχολείο οφείλει, με το λόγο και την πρακτική του, να προάγει κάποιες αξίες όπως η συνεργασία, η αλληλεγγύη, ο σεβασμός του άλλου και του διαφορετικού, να καλλιεργεί την περιέργεια, τη δημιουργικότητα, το ξεπέρασμα του εαυτού και όχι το μίσος του αντίπαλου.Read More
Σχετικά με την «Πρόταση Αναδιοργάνωσης των Δημοτικών Επιτροπών Παιδείας και των Σχολικών Επιτροπών του Δήμου Αθηναίων»

Σχετικά με την «Πρόταση Αναδιοργάνωσης των Δημοτικών Επιτροπών Παιδείας και των Σχολικών Επιτροπών του Δήμου Αθηναίων»

 

Με το κείμενό μας επιθυμούμε να τοποθετηθούμε στην πιο πάνω πρόταση της Αντιδημάρχου για το Παιδί, κ. Ηλιοπούλου, η οποία κοινοποιήθηκε στα σχολεία του Δήμου Αθηναίων στις 8-6-2016. Εφ’ όσον μάλιστα, όπως αναφέρεται, πρόκειται για «πρόταση» ελπίζουμε η επιστολή αυτή να ληφθεί σοβαρά υπόψη από τον Δήμο Αθηναίων. Σε κάθε περίπτωση απευθυνόμαστε επίσης στα Υπουργεία Παιδείας και Εσωτερικών διότι όψεις του ζητήματος τα αφορούν.

Κατ’ αρχάς θα συμφωνήσουμε με την διαπίστωση της αντιδημάρχου ότι, παρά τη δυσμενή εδώ και χρόνια οικονομική συγκυρία, τα σχολεία μπόρεσαν να λειτουργήσουν με αξιοπρέπεια. Αντλώντας δε από τη διαπίστωση αυτή θεωρούμε ότι η ομαλή λειτουργία των σχολείων, επετεύχθη ακριβώς χάρη στη σχετική ευελιξία των ΔΕΠ και των Σχολικών Επιτροπών αλλά και  χάρη στην προσπάθεια των ίδιων των σχολικών μονάδων, οι οποίες αξιοποίησαν τους διαθέσιμους πόρους (οικονομικούς και ανθρώπινους) για να καλύψουν τις ανάγκες τους.

Όπως ως διευθυντές / διευθύντριες γνωρίζουμε, υπάρχουν ασφαλώς κοινές ανάγκες για όλα τα σχολεία, αλλά ταυτόχρονα κάθε περιοχή έχει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της και κάθε σχολείο τη φυσιογνωμία του.  Η γειτονιά του σχολείου, ο κοινωνικός του περίγυρος, το οικονομικό, πνευματικό και κοινωνικό κεφάλαιο των γονέων-κατοίκων, αντανακλούν στην ταυτότητα του σχολείου. Γι αυτόν τον λόγο είναι και σημαντικό και αποτελεσματικό η δημοτική αρχή να επικοινωνεί με τα σχολεία μέσω των ΔΕΠ και των Σχολικών Επιτροπών που δρουν στο τοπικό επίπεδο του σχολείου. Σε ένα μεγάλο Δήμο, όπως ο Δήμος Αθηναίων, όπου κάθε δημοτική κοινότητα ισοδυναμεί με μια επαρχιακή πόλη, είναι όχι μόνο λογικό, αλλά και απαραίτητο η  διοικητική διαίρεση του Δήμου να ακολουθείται ομοίως και στα θέματα των σχολείων. Αυτή η αρχή δε, μέχρι τώρα, ακολουθήθηκε ακόμα και στον συγκεντρωτικό Καλλικράτη.

Όποιος έχει στοιχειώδη εμπειρία από τη λειτουργία των σχολείων αντιλαμβάνεται ότι  οι ανάγκες των σχολείων δεν είναι μόνο πάγιες και προβλέψιμες. Τα σχολεία δεν είναι κενά σχολικά κτίρια, είναι ζωντανοί οργανισμοί με έμψυχο «υλικό» παιδιά και εφήβους. Έτσι προκύπτουν καθημερινά «μικρά» ή «μεγάλα», συχνά απρόσμενα προβλήματα, όπως: «υβριστικά» συνθήματα στους τοίχους, καταστροφή κλειδαριών και λουκέτων, σπάσιμο τζαμιών, προβλήματα στα φωτοτυπικά μηχανήματα στη διάρκεια των εξετάσεων και άλλα παρόμοια, που εμποδίζουν την εκπαιδευτική διαδικασία ή θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των μαθητών. Τέτοιας φύσεως προβλήματα πρέπει να αντιμετωπίζονται ταχύτατα και μέχρι τώρα αυτό μπορούσε να εξασφαλιστεί με την άμεση επικοινωνία της σχολικής μονάδας με τον πρόεδρο της Σχολικής Επιτροπής ώστε να εγκρίνεται και να εκταμιεύεται το ανάλογο χρηματικό ποσόν.

Ακόμα όμως και τα προγραμματισμένα έξοδα (καθαριστικά, αναλώσιμα, λογαριασμοί ΔΕΚΟ κλπ.) ή η συντήρηση (φωτοτυπικών, Η/Υ,  πυροσβεστήρων, συναγερμού κα.), όπως έχει δείξει η εμπειρία από τη λειτουργία μεγάλων σχολικών επιτροπών, υπόκεινται σε καθυστερήσεις σε βάρος των σχολικών αναγκών. Να σημειώσουμε επιπλέον ότι ο Δήμος δεν διαθέτει στις σχολικές μονάδες τα απαιτούμενα για τη συντήρηση ή αποκατάσταση υδραυλικά ή ηλεκτρολογικά υλικά παρά μόνο το τεχνικό προσωπικό για τις σχετικές τεχνικές εργασίες. Αυτή η διαδικασία είναι πηγή καθυστερήσεων και εμποδίων στην αποκατάσταση βλαβών και τις περισσότερες φορές, περισσότερο δαπανηρή από ό,τι αν το σχολείο απευθυνόταν απευθείας σε ιδιώτη τεχνικό.

Γιατί λοιπόν, ενώ η εμπειρία και η κοινή λογική υποδεικνύουν ότι λειτουργικότερο θα ήταν ένα περισσότερο αποκεντρωμένο σύστημα, η πρόταση της Αντιδημάρχου το καθιστά περισσότερο συγκεντρωτικό; Στη πρόταση της Αντιδημάρχου διαβάζουμε ότι η συγχώνευση «θα αναβαθμίσει τη δυνατότητα» της Δημοτικής Αρχής να σχεδιάζει «μακροπρόθεσμες πολιτικές Παιδείας».

Στο σημείο αυτό αναρωτιόμαστε:

-για ποιες πολιτικές Παιδείας έχει αρμοδιότητα και νομιμοποίηση ο Δήμος, ποια η σχέση τους με την επίσημη εκπαιδευτική πολιτική που ασκείται από το αρμόδιο Υπουργείο Παιδείας   και

με ποια όργανα θα τις εφαρμόσει.

Στο πρώτο ερώτημα μια ένδειξη είναι τα προγράμματα του Δήμου Αθηναίων για τα «Ανοιχτά Σχολεία». Στα «Ανοιχτά Σχολεία» καταργείται κάθε διάκριση σχολικού/εξωσχολικού και τα σχολεία αντιμετωπίζονται ως κτίρια του Δήμου προς παραχώρηση. Η μέχρι τώρα εμπειρία μάλιστα υποδεικνύει ότι η επιλογή των προγραμμάτων και των σχολικών χώρων γίνεται ερήμην όχι μόνο των σχολείων αλλά και μερικές φορές αγνοώντας την εκφρασμένη αντίθεση της Σχολικής Επιτροπής της Δημοτικής Κοινότητας στην οποία υπάγεται το σχολείο. Η λογική αυτή ωθούμενη στα άκρα αμφισβητεί το δικαίωμα των εκπαιδευτικών του σχολείου να χρησιμοποιούν τους σχολικούς χώρους εκτός ωρολογίου προγράμματος για προγράμματα πολιτιστικά, αγωγής υγείας, αγωγής σταδιοδρομίας, ευρωπαϊκά και άλλες δράσεις που κρίνονται βοηθητικές για το κύριο εκπαιδευτικό έργο.

Αρχίζει να γίνεται επομένως σαφές ότι τα υπάρχοντα όργανα (οι Σχολικές Επιτροπές που λειτουργούν σε κάθε Δημοτική Κοινότητα σε συνεργασία και επικοινωνία με τα σχολεία) δεν είναι κατάλληλα για τέτοιες «πολιτικές Παιδείας», αφού εξακολουθούν να βάζουν σε προτεραιότητα τα ενδιαφέροντα και τις ανάγκες της σχολικής κοινότητας της περιοχής τους και αντιστέκονται στην άνευ όρων χρήση των σχολικών χώρων από άσχετους με την εκπαίδευση φορείς.

Έτσι η πρόταση της Αντιδημάρχου για συγχώνευση των Σχολικών Επιτροπών θα εξυπηρετήσει την ταχύτατη παραχώρηση των σχολικών χώρων χωρίς ενοχλητικές διαδικασίες, ελέγχους (όρων και προϋποθέσεων) και αντιρρήσεις.

Ερωτηματικά όμως προκαλεί και η σύνθεση των νέων, συγχωνευμένων, δύο μοναδικών Σχολικών Επιτροπών που προτείνεται να δημιουργηθούν στο Δήμο Αθηναίων. Στην Πρόταση της Αντιδημάρχου αναφέρεται ότι θα στελεχωθούν από έμπειρους υπαλλήλους για την υποστήριξη του διοικητικού έργου τους, δεν αναφέρεται όμως τίποτα για το ποια θα είναι τα μέλη τους. Πόσα μέλη θα έχουν και  πώς θα εκπροσωπούνται σ’ αυτές οι διευθυντές σχολείων, οι ενώσεις γονέων και οι μαθητικές κοινότητες, πέρα από τα μέλη των κοινοτικών συμβουλίων;

Στα σχέδια του Δήμου είναι επίσης, σύμφωνα με την Πρόταση της Αντιδημάρχου, η εγκατάσταση σε κάθε σχολική μονάδα «εύχρηστου λογισμικού» το οποίο υποθέτουμε θα ενημερώνει ο διευθυντής/ η διευθύντρια του σχολείου (ή ο εκπαιδευτικός Πληροφορικής;;;) σχετικά με τις ανάγκες του σχολείου. Πρόκειται πιθανότατα για ένα δεύτερο ηλεκτρονικό σύστημα καταγραφής που θα λειτουργεί παράλληλα με το myschool. Έχει εκ του νόμου δικαίωμα ο Δήμος να δημιουργεί νέες υποχρεώσεις και καθήκοντα στα στελέχη της εκπαίδευσης και τους εκπαιδευτικούς; Ποιος θα εγκαταστήσει αυτό το λογισμικό και από πού θα το παραγγείλει/προμηθευτεί ο Δήμος; Επιπλέον υπάρχει αρνητική εμπειρία από συστήματα  παραγγελιών υλικών όπως το περίφημο Κτ.Υπ (εξέλιξη του ΟΣΚ) που τα τελευταία 5 χρόνια δεν έχει να μας στείλει, λόγω περικοπών, ούτε μία καρέκλα.

Κλείνοντας, θα θέλαμε να δηλώσουμε ότι η υπερσυγκέντρωση εξουσιών που επιχειρείται, με κανένα τέχνασμα δεν μπορεί να βαφτιστεί αποκέντρωση. Ούτε η διαφάνεια θα εξασφαλίζεται (προμήθειες μεγάλης κλίμακας/χορηγοί) , ούτε η καλή λειτουργία, ούτε η αντιπροσώπευση των μελών της σχολικής κοινότητας. Ήδη το παρόν καλλικρατικό σύστημα είναι περισσότερο συγκεντρωτικό από το προηγούμενο, κατά το οποίο η οικονομική διαχείριση ασκούνταν από τα ίδια τα σχολεία. Εκτιμούμε όμως βάσιμα, ότι το προτεινόμενο σύστημα θα δημιουργήσει ένα αδιαφανές, ανεξέλεγκτο, υπερσυγκεντρωτικό και γραφειοκρατικό καθεστώς, στο οποίο τα σχολεία δεν θα έχουν κανένα λόγο και αρμοδιότητα όχι μόνο για τη λειτουργία αλλά και για την ύπαρξή τους.

Με την πρόταση αυτή ο Δήμος δημιουργεί μια παράλληλη εκπαιδευτική πραγματικότητα αποκλειστικά για τα σχολεία του Δήμου Αθηναίων, μια παράλληλη γραφειοκρατία, στην οποία η ύπαρξη και η λειτουργία των σχολείων θα εξαρτάται απόλυτα από τις προθέσεις του εκάστοτε δημοτικού άρχοντα.

Εκφράζουμε την αντίθεσή μας σε μια τέτοια δυσοίωνη προοπτική και ζητούμε να μην καταργηθούν οι υπάρχουσες ΔΕΠ και  Σχολικές Επιτροπές, ιδιαίτερα με τις επιχειρούμενες συνοπτικές και αντιδημοκρατικές διαδικασίες.

Σχολικές Επιτροπές

Σχολικές Επιτροπές

Σχολικές Επιτροπές

Η πρόταση για την αναδιοργάνωση των Δημοτικών Επιτροπών Παιδείας  και των Σχολικών Επιτροπών  πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του Δήμου της Αθήνας  όπως αναφέρεται  στην αιτιολογική-εισηγητική  έκθεση της Αντιδημάρχου για το παιδί Μαρίας Ηλιοπούλου μας βρίσκει πλήρως αντίθετους.

Θα θέλαμε να σας επισημάνουμε ότι σύμφωνα με τα δικά σας στοιχεία η Ένωση Γονέων και Κηδεμόνων της 5ης  Δημοτικής Κοινότητας του  Δήμου της Αθήνας έχει στην ευθύνης τον μεγαλύτερο αριθμό μαθητών από όλες της Κοινότητες του Δήμου. ( 63 Σχολικές μονάδες με συνολικό αριθμό μαθητών μαθητριών 9773). Η δράση μας και η εκπροσώπηση μας στα Θεσμικά όργανα του Δήμου (ΔΕΠ-ΣΕ) σας είναι γνωστή. Όπως γνωστοί είναι οι αγώνες μας για την πρωινή βάρδια των σχολείων , την αποτροπή των συγχωνεύσεων, την διασφάλιση της χρήσης του δημόσιου χώρου, την παρέμβαση μας σε ζητήματα διαφθοράς των προέδρων των Σ.Ε. και διευθυντών Σχολείων. Είμαστε βέβαιοι ότι ένας από τους λόγους που δεν μας ζητήθηκαν οι απόψεις, οι προτάσεις που έχουμε είναι η καθημερινή μας παρέμβαση στα δρώμενα της σχολικής Κοινότητας. Με  την πρόταση σας αποτρέπετε  κάθε Δημοκρατική παρέμβαση, δημιουργείτε αναχώματα και περιορίζετε την εκπροσώπηση  και τις διεκδικήσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας.

Σωστά επισημαίνεται ότι το θεσμικό πλαίσιο των Σχολικών Επιτροπών δεν αποτελεί εξειδικευμένο γνωστικό πεδίο των περισσότερων μελών των Δ.Σ. όμως τι κάνατε για αυτό; Επιλέξατε, διορίσατε σε κάποιες επιτροπές Προέδρους και μέλη στη καλύτερη περίπτωση άσχετους με το αντικείμενο.

Για να μην χαρακτηρίσουμε την επιλογή σας για τον Πρόεδρο της Β/μιας ΣΕ της 5ης ΔΚΔΑ κ.   Καραδήμα Κωνσταντίνο (με την γνωστή του πλέον σε όλους  συγγενική  σχέση –ανιψιός – του Αντιδημάρχου τότε Παιδείας του κ. Λαμπρακάκη. Αναμένουμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον το πόρισμα του ΣΟΛ και την κάθε μετά από αυτό ενδεδειγμένη ενέργεια).

Είναι φανερό ότι το σημερινό οργανωτικό δομικό πλαίσιο δεν αποτέλεσε εμπόδιο. Η Δημοτική Αρχή ενώ γνωρίζει τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι Σχολικές Επιτροπές και οι Δ.Ε.Π. δεν έκανε καμιά προσπάθεια στήριξης του έργου τους. Αγνόησε ότι οι Σχολικές Επιτροπές είναι Ν.Π.Δ.Δ. και τις προτάσεις μας για ενίσχυση τους με δική τους διοικητική και λογιστική υποστήριξη από συγκροτημένη υπηρεσία.

Με την πρόταση σας αυτή ουσιαστικά : α) Θα βαλτώσουν ΟΛΑ τα λειτουργικά θέματα των σχολικών μονάδων, β) ο σχεδιασμός  των σχολικών υποδομών  θα οδηγηθεί στις καλένδες και γ) η σύνδεση σχολείου – τοπικής κοινότητας θα αποδυναμωθεί πλήρως. Δεν είναι τυχαίο ότι  η συγκέντρωση των τεχνικών υπηρεσιών έχουν οδηγήσει τους συλλόγους γονέων να βάφουν τα σχολεία, να αλλάζουν τζάμια, να επισκευάζουν τουαλέτες. Περιμένουμε τις περίφημες εργολαβίες από τον κεντρικό σχεδιασμό για να επισκευαστούν οι σχολικές μονάδες. Τα σχολεία  θα είναι πλέον ευάλωτα στις διοικητικές ορέξεις  ενός ολιγομελούς Δ.Σ. χωρίς την εκπροσώπηση της τοπικής εκπαιδευτικής κοινότητας.

Οι θέσεις μας σχετικά με την αναδιοργάνωση των σχολικών επιτροπών και επιτροπών παιδείας σε επίπεδο Δήμου.

Οι θέσεις μας σχετικά με την αναδιοργάνωση των σχολικών επιτροπών και επιτροπών παιδείας σε επίπεδο Δήμου.

Στη διαχείριση των κοινών ζητούμενο είναι η μεγαλύτερη, αντιπροσωπευτική και ενεργός συμμετοχή των πολιτών που διασφαλίζει μεταξύ άλλων και τον ευρύτερο κοινωνικό έλεγχο.

Είναι δε υποχρέωση της Τ.Α. και γενικότερα κάθε φορέα διοίκησης,για την αποτελεσματική λειτουργία των εποπτευόμενων φορέων, να επιμορφώνει και να ενημερώνει πλήρως τα μέλη κάθε φορέα (στην προκειμένη εισήγηση σχολικές επιτροπές και δημοτικές επιτροπές παιδείας) για το αντικείμενο εργασίας τους και το θεσμικό πλαίσιο που το διέπει, ιδιαίτερα δε όταν πρόκειται για αυτόνομα ΝΠΔΔ, στα οποία η ενημέρωση και επιμόρφωση είναι ιδιαίτερα προβληματική.

Η Αντιδήμαρχος κυρία Ηλιοπούλου λαμβάνοντας υπόψη τη συγχώνευση ΝΠΔΔ, όπως προβλέπεται στον Καλλικρατικό νόμο 3852/2006, η οποία προκύπτει γενικότερα κατόπιν συγχωνεύσεων φορέων Τ.Α. σε νέο Δήμο χωρίς να συμβαίνει κάτι παρόμοιο στο Δήμο Αθήνας, έρχεται μετά από 10 χρόνια να σχεδιάσει με τον πλέον αδόκιμο τρόπο παραβλέποντας τις κατευθύνσεις του νομοθέτη στην κείμενη νομοθεσία, όπως παρακάτω :

-Ν. 1894 ΦΕΚ 110/Α/1990, άρθρο 5, στοιχείο 8,

-Ν. 3463 ΦΕΚ 114/Α/2006, άρθρο 243, στοιχείο 2 και 4,

-Ν. 3852 ΦΕΚ 87/Α/2010, άρθρο 103, στοιχείο 2,

-Υ.Α. 8440 ΦΕΚ 318/Β/2011,

τη συγχώνευση 14 σχολικών επιτροπών της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του Δήμου Αθήνας σε 2 (μία ανά εκπαιδευτικό επίπεδο) και των 7 Δημοτικών Επιτροπών Παιδείας σε μία.

Ειδικότερα στο άρθρο 5, στοιχείο 8 του ν. 1894/1990 προβλέπεται ότι οι Σχολικές Επιτροπές (εφεξής Σ.Ε.) καλύπτουν τοπικές ανάγκες και μετέχουν σ’ αυτές υποχρεωτικά οι Δ/ντες των αντίστοιχων σχολείων, από ένας εκπρόσωπος των αντίστοιχων συλλόγων γονέων και εκπρόσωπος των μαθητικών κοινοτήτων για τα σχολεία της Β’ θμιας εκπαίδευσης.

Τα ανωτέρω στο σύνολό τους αναφέρονται ρητά στον Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων Ν. 3463/2006 χωρίς να ανατρέπονται στον Καλλικρατικό Ν. 3852/2010 και στη μετέπειτα Υ.Α. 8440/2011 «Κανονισμός λειτουργίας σχολικών επιτροπών», όπου αναφέρεται τι γίνεται σε περίπτωση συγχώνευσης φορέων Τ.Α. σε ένα νέο Δήμο (σε συνδυασμό με το άρθρο 103 του ν. 3852/2010).

Ο νομοθέτης έχει προβλέψει μεταξύ άλλων και τις διαφορετικές τοπικές ανάγκες σε μεγάλα πολεοδομικά συγκροτήματα, με πληθυσμό άνω των 300.000 κατοίκων (Ν. 3852 ΦΕΚ/2010, άρθρο 103, στοιχείο 2) και δίνει τη δυνατότητα να συσταθούν αντίστοιχες σχολικές επιτροπές για καθεμία δημοτική κοινότητα καθώς προβλήματα μικροεπισκευών, μικροσυντηρήσεων, διαφορετικές ανάγκες εκπαιδευτικών και μαθητικών κοινοτήτων, αλλά και τις επιμέρους τοπικές ανάγκες δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν άμεσα, δημοκρατικά και αποτελεσματικά με συγκεντρωτικό τρόπο.

Με την προτεινόμενη αναδιοργάνωση, η οποία δεν επιφέρει αναδιοργάνωση αλλά συγχώνευση διαμέσου κατάργησης, είναι πρόδηλο ότι επέρχεται ουσιαστική αλλοίωση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου καθώς δεν προβλέπεται η δυνατότητα συμμετοχής των Δ/ντων των Σχολείων, των συλλόγων γονέων και κηδεμόνων καθώς και των εκπροσώπων των μαθητικών κοινοτήτων όπως ρητά ορίζεται στους ν. 1894/1990 και 3852/2010. Αποκλείει με παράτυπο τρόπο ομάδες μαθητών, εκπαιδευτικών και γονέων από τη συμμετοχή στη διαχείριση των αναγκών των αντίστοιχων σχολικών μονάδων.

Πρακτικά δε, με την επιχειρούμενη αιτιολόγηση για την κατ’ επίφαση αναδιοργάνωση και τη λειτουργία μόνο μιας Σ.Ε. ανά εκπαιδευτικό επίπεδο δεν καλύπτεται η γνώση των ζητημάτων ανά κοινότητα και του πλήθους των σχολικών μονάδων καθώς οι ανάγκες ποικίλουν και δεν θα είναι σε θέση η αντίστοιχη Σ.Ε. να ανταποκριθεί στο ελάχιστο ως προς την κάλυψη των αναγκών, θέτοντας σε κίνδυνο την λειτουργία των σχολικών μονάδων.

Ενδεικτικά από τα προβλεπόμενα στην αιτιολογική – εισηγητική έκθεση,

-οι 4 σύμβουλοι Δημοτικών Κοινοτήτων είναι αδύνατο να έχουν ολοκληρωμένη εικόνα για 7 Δημοτικές Κοινότητες

-οι 2 Δ/ντες σχολείων και ο ένας προϊστάμενος νηπιαγωγείο είναι αδύνατο να έχουν γνώση για 283 σχολεία (πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης) αλλά και δεν έχουν κατά νόμο το δικαίωμα να εκπροσωπούν άλλα σχολεία,

-ο ένας εκπρόσωπος της ένωσης γονέων είναι φυσικά αδύνατο να ανταποκριθεί στις ανάγκες των  283 σχολείων και 30.483 μαθητών της πρωτοβάθμιας,

-ο εκπρόσωπος από 15μελές (του μεγαλύτερου Λυκείου) είναι αδύνατο φύση και θέση να γνωρίζει τις διαφοροποιημένες ανάγκες των υπόλοιπων Λυκείων, όταν η ίδια η Δημοτική Αρχή δεν είναι σε θέση, λόγω ανεπαρκούς ή μη συστηματοποιημένης οργάνωσης, να ανταποκριθεί αποτελεσματικά.

Επιπλέον είναι αντιφατικό το γεγονός να προβλέπεται στην αιτιολογική – εισηγητική έκθεση (1.ε) σύνδεση σχολείου – τοπικής κοινότητας και με καινοτόμες δράσεις χωρίς να υποστηρίζονται άμεσα ανά δημοτική κοινότητααπό την αντίστοιχη Σ.Ε. και την Δ.Ε.Π., η οποία θεσμικά έχει τον ουσιαστικό ρόλο στην καλλίτερη οργάνωση και λειτουργία των σχολείων.

Ως προς τη συστηματική διοικητική και οικονομική υποστήριξη, που αναφέρεται στην εισήγηση στο πλαίσιο της αναδιοργάνωσης, δεν εξηγείται γιατί δεν συμβαίνει μέχρι σήμερα διάθεση των αναγκαίων διοικητικών υπαλλήλων για υποστήριξη του έργου των Σ.Ε., γιατί έχουν ανακύψει ζητήματα ελλειμματικής διαχείρισης από τους Προέδρους των Σ.Ε, οι οποίοι επιλέγονται και διορίζονται από τη Δημοτική Αρχή για να διαχειριστούν επαρκώς τα κοινά, δεν εξηγείται με βάσιμο τρόπο πως με τα ίδια μέσα θα αναβαθμιστεί πλήρως η λειτουργία των προτεινόμενων 2 Σ.Ε. και της μίας ΔΕΠ.

Δεδομένου ότι η διαχείριση των χρημάτων μπορεί και επιβάλλεται να είναι σε γνώση όλων,είναι απαραίτητο να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες της πληροφορικής διαμέσου της οποίας με ομογενοποιημένο τρόπο και με εύληπτο / εύχρηστο λειτουργικό πρόγραμμα είναι δυνατό να δημοσιοποιούνται και να αντλούνται όλες οι αναγκαίες πληροφορίες χωρίς καθυστέρηση για να μην έχουμε ούτε αυξημένα ταμειακά υπόλοιπα ούτε υπερβολικές δαπάνες. Η καταχώρηση δε οικονομικών στοιχείων σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο, είναι υποχρέωση του Προέδρου της κάθε Σχολικής Επιτροπής, γεγονός το οποίο απαιτεί επάρκεια και αντίληψη ως προς το έργο που έχει αναλάβει.

Συνοψίζοντας

Συμπερασματικά, προτεινόμενη αναδιοργάνωση – βασικά συγχώνευση – υπεκφεύγει κατά μια έννοια από την αντιμετώπιση της ουσίας, η οποία σχετίζεται με την επαρκή διοικητική οργάνωση και λειτουργία των σχολικών επιτροπών και των δημοτικών επιτροπών παιδείας.

Η προτεινόμενη αναδιοργάνωση – συγχώνευση αποκλείει τους πολίτες από την ενεργό συμμετοχή στα σχολικά – εκπαιδευτικά δρώμενα, αποκλείει την εφαρμογή της αρχής της αντιπροσωπευτικότητας των πολιτών και την δημοκρατική λήψη των αποφάσεων όπως ο νόμος ορίζει.

Περιορίζει τη διαφάνεια και τον έλεγχο από τους Δημότες, στοιχείο που ο νομοθέτης μέχρι σήμερα αναφέρει απαρέγκλιτα σε όλες τις σχετικές με τη λειτουργία των Σ.Ε. θεσμικές παρεμβάσεις.

Δημιουργεί αβασάνιστα ένα υπερσυγκεντρωτικό μοντέλο που δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να ανταποκριθεί σε τοπικές διαφοροποιημένες ανάγκες. Κατ’ αναλογία θα μπορούσαμε να πούμε σε σχέση με τη λογική της εισηγητικής έκθεσης ότι η Δημοτική Αρχή θα εξέταζε ενδεχομένως τη συγχώνευση των Δημοτικών Κοινοτήτων από 7 σε 2.

Αδόκιμα υιοθετεί και προτείνει χωρίς καμία αιτιολογική θεσμική βάση τη συγχώνευση των υφιστάμενων σχολικών επιτροπών, επικαλούμενη σε λάθος βάση συγχωνεύσεις σχολικών επιτροπών που προβλέπει το θεσμικό πλαίσιο (Καλλικρατικοί Δήμοι / νέα αρχιτεκτονική στην Τ.Α.), οι οποίες προκύπτουν εξ αντικειμένου μετά από συγχωνεύσεις φορέων τοπικής αυτοδιοίκησης σε νέο Δήμο, ενώ στην περίπτωση του Δήμου Αθήνας δεν ισχύει κάτι παρόμοιο.

Δεν προβλέπονται παρεμβάσεις ουσίας για τη συστηματική οργάνωση και τη βελτίωση διοικητικής λειτουργίας των Σ.Ε. και Δ.Ε.Π.με εκπαίδευση, ενημέρωση των συμμετεχόντων στις Σ.Ε. και χρήση της πληροφορικής για τη διαχείριση των ζητημάτων που άπτονται των αρμοδιοτήτων των σχολικών επιτροπών.

Ειδικότερα δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο ότι υπάρχουν Δήμοι στο Λεκανοπέδιο που αξιοποιούν ένα ολοκληρωμένο διαδικτυακό περιβάλλον, σχεδιασμένο να ανταποκρίνεται στα διαχειριστικά ζητήματα των Σχολικών Επιτροπών και το οποίο παρέχει απόλυτο έλεγχο σε κάθε τομέα της Σχολικής Επιτροπής,γρήγορη διεκπεραίωση χρονοβόρων διαδικασιών, άμεση και αξιόπιστη ενημέρωση για όλα τα δεδομένα.

Δεν διασφαλίζεται στο ελάχιστο η αποτελεσματική εποπτεία 388 συνολικά σχολικών μονάδων από μία Δημοτική Επιτροπή Παιδείας και η συνδρομή της στην καλλίτερη οργάνωση και λειτουργία των σχολείων «της περιοχής της», διαμέσου της προτεινόμενης αναδιοργάνωσης.

Σε καμία περίπτωση δεν διαμορφώνεται και δεν υποστηρίζεται η έννοια του ανοιχτού σχολείου στην κοινωνία διαμέσου του προτεινόμενου υπερσυγκεντρωτικού μοντέλου.

Η αναδιοργάνωση και η βελτίωση λειτουργίας δεν επιτυγχάνεται με οριζόντιες «τυφλές» συγχωνεύσεις – καταργήσεις φορέων.

Μετά από τα παραπάνω,δεν αιτιολογείται συνολικά αφενός σε λειτουργικό επίπεδο η βασιμότητα της πρότασης της Δημοτικής Αρχής για την προτεινόμενη συγχώνευση και αφετέρου παρεκκλίνει καθολικά των κείμενων διατάξεων του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου.

Προτάσεις

Επαρκής ενημέρωση – εκπαίδευση και διοικητική υποστήριξη των σχολικών επιτροπών.

Αξιοποίηση εφαρμογών της πληροφορικής στη διαχείριση.

Ανεμπόδιστη συμμετοχή όσο το δυνατό περισσότερων δημοτών στα κοινά, η οποία δεν επιτυγχάνεται με προσχηματικούς αποκλεισμούς λόγω του ότι η Δημοτική Αρχή έχει επιτρέψει να υπάρχει ελλειμματική διαχείριση στις Σχολικές Επιτροπές.

Ηκαλλίτερη οργάνωση και η λειτουργία του σχολείουπρέπει είναι αποτέλεσμα σχεδιασμού από το σχολικό συμβούλιο, σε συνεργασία με την αντίστοιχη σχολική επιτροπή και τη δημοτική επιτροπή παιδείας.

Τα προγράμματα υποδομών πρέπει να εκπονούνται από τις τεχνικές υπηρεσίες των δήμων, αφού ληφθούν υπόψη οι προτάσεις των σχολικών επιτροπών και οι κατευθύνσεις των Δ.Ε.Π. ανά δημοτική κοινότητα.

Ο κ. Καμίνης  δεν έχει την πολιτική βούληση να προχωρήσει στην υλοποίηση  αποτεφρωτηρίου νεκρών

Ο κ. Καμίνης δεν έχει την πολιτική βούληση να προχωρήσει στην υλοποίηση αποτεφρωτηρίου νεκρών

Το φθινόπωρο του 2014, μετά και από την ψήφιση τροπολογίας που αποδέσμευε την ίδρυση αποτεφρωτηρίου νεκρών από τα κοιμητήρια, δημιουργήθηκε στον Δήμο Αθηναίων Διαπαραταξιακή Επιτροπή για την Αποτέφρωση των Νεκρών με στόχο την άμεση προώθηση του θέματος.
Η επιτροπή συνεδρίασε στις 29-10-2014, εξέλεξε πρόεδρό της τον αντιδήμαρχο κ. Γεώργιο X. Αποστολόπουλο (Αντιδήμαρχο Αστικής Υποδομής) και καθόρισε ως έργο της τον εντοπισμό χώρου κατάλληλου για την χωροθέτηση αποτεφρωτηρίου.
Έκτοτε η επιτροπή δεν συνεκλήθη, παρά τις συνεχείς προς τον πρόεδρο εκκλήσεις μας για την ενεργοποίησή της.Ένα περίπου χρόνο μετά, στις 17 Σεπτεμβρίου 2015, συνεκλήθη η επιτροπή και αποφασίστηκε εκ νέου η ανάθεση της εξεύρεσης κατάλληλου χώρου για την χωροθέτηση του αποτεφρωτηρίου σε αρμόδια υπηρεσία του Δήμου Αθηναίων, θέτοντας ως χρονικό περιθώριο για την ολοκλήρωση της έρευνας το διάστημα ενός μήνα. Δυστυχώς η επιτροπή δεν συγκαλείται και πληροφορούμαστε ότι δεν έχει προχωρήσει τίποτα από τα συμφωνηθέντα.
Προφανώς ο κ Καμίνης, παρά τις δηλώσεις του και την δέσμευσή του να προχωρήσει στην ίδρυση αποτεφρωτηρίου νεκρών το 2016, έχει αποφασίσει να μην προχωρήσει στην υλοποίηση του έργου. Το ώριμο αίτημα για ίδρυση αποτεφρωτηρίου χρησιμοποιείται από τον δήμαρχο για να εξυπηρετήσει μόνο το επικοινωνιακό του προφίλ, ενώ στην πραγματικότητα δεν διαθέτει την πολιτική βούληση να το υλοποιήσει.
Ως εκ τούτου δηλώνουμε την βαθύτατη δυσαρέσκειά μας για τον εμπαιγμό που έχουμε υποστεί επί ένα χρόνο ως μέλη μιας εικονικής επιτροπής.
Η αποχώρησή μας από αυτήν, και για τυπικούς λόγους, θεωρείται αυτονόητη.
Τα μέλη της επιτροπής:
Βογιατζή Σοφία, από τον συνδυασμό ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΟΛΗ
Μάρραιη Γεώργιος, από τον συνδυασμό ΛΑΙΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ
Λέων Γρηγόριος, από τον συνδυασμό ΑΘΗΝΑ ΜΠΟΡΕΙΣ
Λαγουδάκη Αναστασία, από τον συνδυασμό ΑΘΗΝΑ ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ
Αβραμίδης Νικόλαος, από τον συνδυασμό ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Αλακιώτης Αντώνιος, πρόεδρος της Επιτροπής για τη θεσμοθέτηση του Δικαιώματος της Αποτέφρωσης των νεκρών στην Ελλάδα